Ανοίγουν τα στόματα μετά την άσκηση κακουργηματικών διώξεων σε τέσσερις «αρίστους» της κυβέρνησης Μητσοτάκη στη διοίκηση του ΟΣΕ για τις ευθύνες τους στην τραγωδία των Τεμπών.
Ενα 24ωρο μετά την απαγγελία ποινικής δίωξης σε βάρος του ο πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ και νυν υποψήφιος δήμαρχος Αιγιαλείας Κώστας Σπηλιόπουλος «καρφώνει» τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ότι του είχε αναφέρει τα προβλήματα στο σιδηροδρομικό δίκτυο, καλώντας τον να λάβει μέτρα, ενώ σε διαφορετική περίπτωση θα παραιτούνταν.
Ο πρωθυπουργός δεν έκανε τίποτα και ο κ. Σπηλιόπουλος παραιτήθηκε πέντε ημέρες αργότερα από τις θέσεις του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου του ΟΣΕ, όπως αναφέρει σε ανακοίνωση που εξέδωσε μετά τη σε βάρος του άσκηση ποινικών διώξεων από τον εισαγγελέα Λάρισας για παραλείψεις που οδήγησαν στη φονική σύγκρουση των τρένων με τους 57 νεκρούς.
Ηταν πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του οργανισμού από τις αρχές Νοεμβρίου του 2019 και υπέβαλε την παραίτησή του στις 3 Ιουνίου του 2020, ενώ πέντε ημέρες νωρίτερα, στις 28 Μαΐου του 2020, «γνωρίζοντας πια καλά τις παθογένειες και τις αγκυλώσεις του οργανισμού, απευθύνθηκα στον πρωθυπουργό με εμπιστευτική επιστολή», όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή του. Μάλιστα, δημοσιοποίησε αποσπάσματα της μακροσκελούς και λεπτομερούς επιστολής του προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη, καταγγέλλοντας ότι «ο ΟΣΕ και ο σιδηρόδρομος δεν χωρούν δυσλειτουργίες, καθυστερήσεις, συνδικαλιστικούς και κομματικούς ανταγωνισμούς και κυρίως αδιαφάνεια και παλαιοκομματικές μεθοδεύσεις.
Αντίθετα χρειάζονται ανασυγκρότηση, ταχύτητα, εκσυγχρονισμό και γρήγορη προσαρμογή στις νέες ευρωπαϊκές απαιτήσεις». Στην επιστολή προς τον πρωθυπουργό ο τότε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ κατήγγειλε «δύσοσμες υποθέσεις, κομματικοποίηση και πλήρη αδρανοποίηση των λειτουργιών της εταιρίας», ενώ έριχνε το μπαλάκι των ευθυνών στον τότε υπουργό Μεταφορών και Υποδομών Κώστα Αχ. Καραμανλή, αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Φαίνεται όμως ότι η προσπάθεια που κάνουμε ενοχλεί τις υπάρχουσες δομές όπως λειτουργούσαν και τα διάφορα συμφέροντα που βρίσκουν ευήκοα ώτα στους διαδρόμους του υπουργείου. Ο υπουργός, παρά τα επίμονα αιτήματά μου, ποτέ δεν με δέχτηκε για συνεργασία και ενημερώσεις. Αντίθετα, με διάφορους τρόπους υπονομεύει την προσπάθειά μου και την παρουσία μου».
Μάλιστα, όπως αναφέρεται στην επιστολή, είχε απευθυνθεί και στον τότε ισχυρό άνδρα του πρωθυπουργικού γραφείου Γρηγόρη Δημητριάδη. «Οι λόγοι που συμβαίνουν αυτά είναι σε μένα απολύτως καθαροί και τους έχω αναφέρει στον κ. Δημητριάδη. Θέλουν διοίκηση απόλυτα υποταγμένη στους δικούς τους σχεδιασμούς και αυτά δυστυχώς είναι σε γνώση του υπουργού» είχε υποστηρίξει στην επιστολή προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη, προαναγγέλλοντας την παραίτησή του, αν δεν τοποθετούνταν στο διοικητικό συμβούλιο του ΟΣΕ άτομα της εμπιστοσύνης του, καθώς προφανώς οι τοποθετημένοι ήταν επιλογές του τότε υπουργού Μεταφορών.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν άκουσε τον τότε πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΣΕ, ο οποίος παραιτήθηκε πέντε ημέρες αργότερα, ενώ συνεχίστηκε η κομματοκρατία, με αποκορύφωμα τον διορισμό του υπερήλικος σταθμάρχη (κατά παράβαση της διακήρυξης του σχετικού διαγωνισμού), ο οποίος οδήγησε τα δύο τρένα στη μοιραία σύγκρουση στα Τέμπη, σκορπίζοντας τον θάνατο.