Τριήμερο εθνικό πένθος κηρύχθηκε και επίσημα από προχθές στο Μαρόκο, το οποίο μετρά τις πληγές του μετά το ισχυρότατο χτύπημα του Εγκέλαδου, εντάσεως 7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, αργά το βράδυ της Παρασκευής στην επαρχία Αλ Χαούζ – νοτιοδυτικά του δημοφιλούς τουριστικού προορισμού, της πόλης του Μαρακές.
Οι νεκροί ξεπερνούν πια τους 2.100 και αναμένεται να αυξηθούν κι άλλο, λένε αξιωματούχοι, ενώ οι τραυματίες υπολογίζονται σε περίπου 2.400. Πλέον η μάχη που δίνεται είναι αυτή με τον χρόνο, καθώς οι διασώστες συνεχίζουν να αναζητούν εγκλωβισμένους στα συντρίμμια που άφησε πίσω του ο -φονικότερος εδώ και έξι δεκαετίες- σεισμός που έπληξε το Μαρόκο. Σύμφωνα με τα διεθνή ειδησεογραφικά μέσα ενημέρωσης, πολλοί ήταν αυτοί που πέρασαν και τρίτη νύχτα χθες στην ύπαιθρο, είτε γιατί τα σπίτια τους έχουν καταστραφεί ολοσχερώς είτε γιατί φοβούνται τη μετασεισμική ακολουθία.
«Οταν ένιωσα τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια μου και το σπίτι άρχισε να παίρνει κλίση, έτρεξα να βγάλω τα παιδιά μου έξω. Αλλά οι γείτονές μου δεν τα κατάφεραν» δήλωσε ο Μοχάμεντ Αζάου προσπαθώντας να περιγράψει σε δημοσιογράφους όσα έζησε. «Δυστυχώς, κανείς από εκείνη την οικογένεια δεν βρέθηκε ζωντανός. Πατέρας και γιος εντοπίστηκαν νεκροί, ενώ μητέρα και κόρη εξακολουθούν να αγνοούνται» συμπλήρωσε. Στο χωριό Ασνι, που βρίσκεται περίπου 40 χιλιόμετρα νότια του Μαρακές, σχεδόν όλα τα σπίτια καταστράφηκαν. «Γείτονές μας εγκλωβίστηκαν κάτω από τα ερείπια και καταβάλλονται αγωνιώδεις προσπάθειες για τη διάσωσή τους με όσα διαθέσιμα μέσα υπάρχουν στο χωριό» είπε κάτοικος του χωριού, ενώ στο γειτονικό Τανσγκάρτ σπίτια κόπηκαν στα δύο και δύο μιναρέδες κατέρρευσαν.
Σωστικά συνεργεία
Σοβαρές δυσκολίες, πάντως, αντιμετωπίζουν τόσο οι Αρχές όσο και τα σωστικά συνεργεία, καθώς δεν μπορούν να επιχειρήσουν όπου χρειάζεται. «Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι ακόμη κάτω από τα ερείπια. Ανθρωποι ακόμη αναζητούν τους γονείς τους» δήλωσε κάτοικος της περιοχής Ασνι, εξηγώντας όμως πως η βοήθεια φτάνει με το… σταγονόμετρο, καθώς «πολλοί δρόμοι είναι κλειστοί» από τους βράχους που έχουν πέσει. Τα πράγματα, βέβαια, είναι χειρότερα στην επαρχία Αλ Χάουζ, η οποία ήταν το επίκεντρο του σεισμού και όπου έχουν καταγραφεί οι περισσότεροι θάνατοι, 1.293, ενώ ακολουθεί η επαρχία Ταρουντάντ με 452 νεκρούς. Σε αυτές τις περιοχές, μάλιστα, που βρίσκονται νοτιοδυτικά του Μαρακές, «ολόκληρα χωριά», όπως λένε αυτόπτες μάρτυρες, έχουν ισοπεδωθεί από τον σεισμό!
Ηδη ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωσε ότι περισσότεροι από 300.000 άνθρωποι επηρεάστηκαν από την καταστροφή, ενώ, όπως δήλωσε η Κάρολαϊν Χολτ, διευθύντρια επιχειρήσεων της Διεθνούς Ομοσπονδίας Συλλόγων Ερυθρού Σταυρού και Ερυθράς Ημισελήνου, «οι επόμενες 24 με 48 ώρες θα είναι κρίσιμες για τη διάσωση ανθρώπων».
Σύμφωνα με την ίδια, θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης, όπως και στην παροχή περίθαλψης στους επιζώντες, ενώ υπογράμμισε τη σημασία να παρασχεθεί στους κατοίκους ασφαλές πόσιμο νερό. Η Παγκόσμια Τράπεζα, από τη δική της πλευρά, επεσήμανε ότι προσφέρει «πλήρη υποστήριξη στη χώρα», με φόντο και τη διαπίστωση των εμπειρογνωμόνων του Ερυθρού Σταυρού, που τόνιζαν πως η αποκατάσταση των ζημιών «δεν θα είναι υπόθεση μίας ή δύο εβδομάδων (…) Υπολογίζουμε μήνες ή ακόμη και χρόνια»!
Οι Ελληνες που βίωσαν τον εφιάλτη των Ρίχτερ
Επαναπατρίστηκαν αργά το βράδυ του Σαββάτου συνολικά 108 συμπατριώτες μας αλλά και ξένοι τουρίστες, οι οποίοι βίωσαν τον απόλυτο εφιάλτη κατά τη διάρκεια του φονικού σεισμού των 7 Ρίχτερ, που έπληξε το Μαρόκο, με χιλιάδες νεκρούς, τραυματίες και αγνοουμένους.
Η έκτακτη ειδική πτήση πραγματοποιήθηκε από την Aegean, η οποία κατόπιν σχετικού αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης διέθεσε αεροσκάφος Α320, το οποίο αναχώρησε από την Ελλάδα χωρίς επιβάτες στις 11.00 το βράδυ του Σαββάτου και προσγειώθηκε στο διεθνές αεροδρόμιο Μενάρα του Μαρακές περίπου στις 4 τα ξημερώματα.
Ανάμεσα στους επιβάτες της πτήσης ήταν και 21 Ελληνες που συμμετείχαν στο παγκόσμιο συνέδριο των γεωπάρκων της UNESCO, που είχε προγραμματιστεί στο Μαρακές. Ενας από αυτούς είναι ο καθηγητής Γεωλογίας στο Πανεπιστήμιο των Πατρών Γιώργος Ηλιόπουλος, ο οποίος περιέγραψε τις φρικτές στιγμές της σεισμικής δόνησης, αλλά και εκείνες που την ακολούθησαν.
Σε εστιατόριο
«Ημασταν με μέλη της ελληνικής αποστολής στον 4ο όροφο ενός εστιατορίου και τρώγαμε, όταν ξεκίνησε ο σεισμός. Είχε μεγάλη διάρκεια, ο κόσμος άρχισε να τρέχει, επικράτησε πανικός. Εκείνη την ώρα ένας από τους μιναρέδες άρχισε να βγάζει ένα σύννεφο σκόνης» είπε χαρακτηριστικά και συνέχισε: «Κατεβήκαμε με τις σκάλες κι όταν βγήκαμε έξω, υπήρχε πανικός. Πολίτες έκλαιγαν, προσπαθούσαν να προφυλαχτούν. Οπως περπατούσαμε βλέπαμε κτίρια που είχαν καταρρεύσει, αλλά και τραυματίες. Υπήρχε μεγάλο μποτιλιάρισμα, όλοι προσπαθούσαμε να φύγουμε».
«Προσπαθούσα όλη τη νύχτα να επικοινωνήσω μαζί τους. Στο σύνολό τους είναι καλά στην υγεία τους» δήλωσε από την πλευρά του ο καθηγητής Νίκος Ζούρος, πρόεδρος του Παγκόσμιου Δικτύου των Γεωπάρκων και διευθυντής του Μουσείου Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου, το οποίο εκπροσωπείται στο Μαρόκο με πέντε ειδικούς επιστήμονες.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του κ. Ζούρου: «Την ώρα του σεισμού σύνεδροι συμμετείχαν σε επίσημο δείπνο στο ισόγειο νεόδμητης οικοδομής, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Μαρακές. Πραγματικά, νιώσαμε τον σεισμό με ιδιαίτερη ένταση. Η αίσθηση του σεισμού ήταν τρομακτική».