Στο στόχαστρο καλά οργανωμένης σπείρας απατεώνων με δήθεν επενδύσεις σε χρυσό βρέθηκαν τέσσερις Ροδίτες, με αποτέλεσμα να χάσουν δεκάδες χιλιάδες ευρώ! Τα τέσσερα θύματα, τρεις άνδρες και μία γυναίκα, υπέβαλαν έγκληση στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου και στρέφονται κατά πέντε κατοίκων της Ρόδου, της Κοσκινού και των Μαριτσών, κι ενός επιχειρηματία, κατοίκου Λευκωσίας Κύπρου, ζητώντας την άσκηση δίωξης εις βάρος τους, αφού το συνολικό ύψος της ζημίας που έχουν υποστεί υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ.
Οπως έγινε γνωστό, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, έχοντας διακριτούς ρόλους και με αρχηγό τον Κύπριο επιχειρηματία, επιχειρούσαν να πείσουν τα θύματά τους με ψευδείς, αβάσιμες και παραπλανητικές διαβεβαιώσεις να επενδύσουν τις αποταμιεύσεις τους με τεράστιες τάχα αποδόσεις στην αγορά χρυσού, χρησιμοποιώντας μία αλλοδαπή εταιρία-φάντασμα με πομπώδη και παραπλανητικό τίτλο, με έδρα στο Ντουμπάι.
Η εταιρία αυτή, όπως εκθέτουν οι μηνυτές, αποδείχθηκε πως ήταν ο «δούρειος ίππος» για την εξαπάτηση των θυμάτων και ήταν επινόηση και δημιούργημα του εγκαλουμένου Κυπρίου, ο οποίος στο διαδίκτυο εκτός από δήθεν top leader της εταιρίας αυτοδιαφημίζεται και ως «ηλεκτρονικός δημιουργός». Την προβολή της εταιρίας ανέλαβε ο αρχηγός της οργάνωσης, ο οποίος με τη βοήθεια των συνεργών του διοργάνωνε «ενημερωτικά σεμινάρια» σε Ελλάδα και Κύπρο, με στόχο την προσέλκυση θυμάτων.
Μάλιστα, για κάθε νέο «επενδυτή» που έφερναν τα μέλη της σπείρας αποκόμιζαν bonus. Οι μηνυτές αναφέρουν δε πως η αλλοδαπή εταιρία αποτελεί ηλεκτρονικό δημιούργημα του Kυπρίου και πρωτοεμφανίστηκε στη Ρόδο το 2020, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν είχε νεκρώσει επιχειρηματικά όλη η χώρα. Το 2022 ο Κύπριος με τη βοήθεια των υπόλοιπων μελών πραγματοποίησε στη Ρόδο δύο «ενημερωτικές» ομιλίες για την επενδυτική εταιρία, δελεάζοντας τα θύματά του με δήθεν δεδομένες και εξασφαλισμένες υψηλές αποδόσεις των χρημάτων που θα επένδυαν στην αγορά χρυσού.
Μάλιστα, ο Κύπριος και τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης αναρτούσαν αναμνηστικές φωτογραφίες εκθειάζοντας τις «επενδύσεις» μέσω της εταιρίας και κυρίως τις άμεσες αποδόσεις που δήθεν θα είχαν οι υποψήφιοι επενδυτές, τους οποίους διαβεβαίωναν ότι υπήρχε πλήρης εξασφάλιση και «διαφάνεια» για την επένδυση και την πορεία της. Οπως αποδείχθηκε, η σπείρα ήταν καλά οργανωμένη και καθένα από τα μέλη της είχε αναλάβει συγκεκριμένες ενέργειες.
Ενδεικτικό του modus operandi των απατεώνων είναι το γεγονός ότι ο αρχηγός εμφανιζόταν ως ο αποκλειστικός υπεύθυνος πωλήσεων της εταιρίας. Ο ίδιος διαβεβαίωνε τον «επενδυτή» ότι μπορούσε να βάλει οποιοδήποτε ποσό για διάρκεια 12 μηνών, τουλάχιστον με μέση ετήσια απόδοση 68%, έχοντας την ευχέρεια η απόδοση της επένδυσής του να καταβάλλεται σε αυτόν ανά μήνα ή ανά τρίμηνο, είτε σε μετρητά είτε σε χρυσό.
Αφού το θύμα κατέβαλλε το ποσό της επένδυσής του, την επόμενη ή τη μεθεπόμενη ημέρα αποκτούσε ατομικό ηλεκτρονικό ιστότοπο και του παραδιδόταν διαδικτυακά ο απόρρητος κωδικός πρόσβασης. Η επενδυτική σύμβαση ανάμεσα στον επενδυτή και στην εταιρία εμφανιζόταν στην πλατφόρμα του επενδυτή όχι πριν, αλλά μετά την καταβολή του ποσού της επένδυσης, γραμμένη στα αγγλικά, με ακατάληπτους νομικούς όρους, οι οποίοι επί της ουσίας δεν εξασφάλιζαν καμία απολύτως εγγύηση στον επενδυτή.
Ετσι λειτουργούσε η εγκληματική «πυραμίδα»
Οι υπεύθυνοι της εταιρίας-φάντασμα για να βεβαιωθούν ότι δεν θα κινηθεί κανείς εναντίον τους επιφύλαξαν για τους ίδιους το ακαταδίωκτο με προκλητικό τρόπο, αφού με ρητό όρο στη σύμβαση η ευθύνη της απώλειας των χρημάτων της επένδυσης βάρυνε τον ίδιο τον επενδυτή.
Μάλιστα, αν κάποιος τολμούσε να αναζητήσει δικαστικώς τα χρήματα της επένδυσής του, υπήρχε όρος, σύμφωνα με τον οποίο απαγορευόταν να κινηθεί δικαστικώς ομαδικά μαζί με άλλα θύματα της εταιρίας. Αντιθέτως, θα έπρεπε μόνος του και μάλιστα εντός προθεσμίας τριών μηνών να απευθυνθεί στα δικαστήρια των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και με την υποχρέωση να επιβαρυνθεί όλα τα έξοδα της δίκης.
Μετά την είσπραξη της πρώτης δόσης της υποτιθέμενης «απόδοσης» ο επενδυτής ανέμενε μάταια την είσπραξη και των υπόλοιπων δόσεων, αφού οι απατεώνες τον διαβεβαίωναν ψευδώς ότι τάχα η κυβέρνηση στο Ντουμπάι προβαίνει στον έλεγχο της ροής των χρημάτων της εταιρίας και ότι όσο διαρκεί ο δήθεν έλεγχος αναστέλλονται οι πληρωμές των αποδόσεων για τέσσερις έως έξι μήνες στους επενδυτές.
Οταν όμως ο εξαπατημένος επενδυτής επισκεπτόταν την εφαρμογή, διαπίστωνε το μέγεθος της εξαπάτησής του, διότι ήταν υποχρεωμένος, αντί να λάβει χρήματα, να αγοράσει με τα χρήματα της επένδυσής του αβέβαιη ποσότητα χρυσού, όχι στην τρέχουσα τιμή της αγοράς, όπως αυτή διαμορφώνεται στο χρηματιστήριο, αλλά στην προκαθορισμένη κυριαρχικά από την εταιρία-φάντασμα εξωπραγματική τιμή των 1.970 ευρώ το γραμμάριο.
Τα θύματα ισχυρίζονται ακόμη πως οι δράστες, αφού εξαπατούσαν τον επενδυτή για να καρπωθούν τα χρήματά του, στη συνέχεια τον παρότρυναν να εξαπατήσει και αυτός με τη σειρά του τρίτα πρόσωπα, συνήθως συγγενικά – χωρίς φυσικά να το γνωρίζει. Με τον τρόπο αυτό τον καθιστούσαν ακούσιο μέλος της εγκληματικής τους πυραμίδας!
Με τις παραπάνω αριστοτεχνικές μεθοδεύσεις τα θύματα πείστηκαν και επένδυσαν τις οικονομίες τους. Ο πρώτος περιγράφει πως για μια επένδυση των 50.000 ευρώ θα έπρεπε κανονικά να λάβει από την εταιρία 26,31 γραμμάρια χρυσού, αξίας 1.462 ευρώ, ενώ με βάση τη χρηματιστηριακή αξία του χρυσού θα έπρεπε να λάβει 883,39 γραμμάρια χρυσού, αξίας 44.179,88 ευρώ από την εταιρία. Επομένως, είδε τις οικονομίες του να κάνουν «φτερά». Ο δεύτερος έχασε το συνολικό ποσό των 41.570 ευρώ, ο τρίτος 20.040 ευρώ και η τέταρτη 9.900 ευρώ.