Ο Μανιάτης επιχειρηματίας Ντίνος Βοϊδονικόλας, ο οποίος πρωταγωνίστησε στο μεγάλο ριφιφί του αιώνα το 1992, άφησε την τελευταία του πνοή στον Καναδά, κυνηγημένος ως καταζητούμενος στην Ελλάδα επί 24 ολόκληρα χρόνια.
Ο 76χρονος χτυπήθηκε από τον καρκίνο, κουβαλώντας μαζί του το μεγάλο παράπονο της χαμένης επιστροφής στην πατρίδα, όπου έγραψε χρυσές σελίδες στη νυχτερινή ζωή της Αθήνας, αναδεικνύοντας στις αρχές του 1990 τραγουδίστριες όπως η αγαπημένη του Σου Κύρκου με το «Με καις, με καις», που είχε κάνει πάταγο. Αν και φυγόποινος, ο Βοϊδονικόλας φωτογραφιζόταν σε εκδηλώσεις της ομογένειας με Ελληνες πρέσβεις αλλά και με Καναδούς πολιτικούς, παρά τις εκκρεμοδικίες του στην Ελλάδα. Με τη φυγή του στον Καναδά, μάλιστα, έγινε πρόεδρος της ομογενειακής οργάνωσης «Greek Τown on the Danforth», διοργανώνοντας για κοινωνικούς σκοπούς πολλούς εράνους. Στενός του συγγενής σήμερα διαθέτει στο Μικρολίμανο του Πειραιά μία από τις πιο ξακουστές καφετέριες.
Ο Ντίνος, όπως τον φώναζαν χαϊδευτικά, καταζητούνταν με διεθνές ένταλμα σύλληψης, το οποίο είχε εκδοθεί από την Ιnterpol, καθώς κατηγορήθηκε και για τέσσερις απόπειρες ανθρωποκτονίας στη Βούλα, όταν κάτω από το σπίτι του πυροβόλησε Αλβανούς εργάτες οι οποίοι του είχαν κλείσει το πάρκινγκ. Σε βάρος του είχαν εκδοθεί τουλάχιστον δέκα εντάλματα σύλληψης για διάφορα αδικήματα, αλλά εκείνος έχει κατορθώσει να θεωρείται «πρόσωπο απόδοσης τιμών» από πολιτικούς, επιχειρηματίες και χιλιάδες πολίτες. Ο πρώην ιδιοκτήτης νυχτερινών κέντρων στην Αθήνα και δραπέτης των Φυλακών Κορυδαλλού ζούσε ως μετανάστης στο Τορόντο του Καναδά και θεωρούνταν το «πιο αναγνωρίσιμο πρόσωπο της ελληνικής ομογένειας».
Ο Ντίνος, ένας από τους πιο δραστήριους Μανιάτες της ελληνικής νύχτας, βίωσε στον Καναδά μια πρωτόγνωρη επιχειρηματική ακμή. Και αυτό γιατί ο κλοιός της αναζήτησής του από τις ελληνικές και διεθνείς διωκτικές Αρχές είχε ουσιαστικά διαλυθεί, αφού είχε προτάξει την καναδική υπηκοότητά του και η διαδικασία έκδοσής του (με βάση και τις συμφωνίες Ελλάδας – Καναδά) είχε απορριφθεί από τις καναδικές Αρχές.
Ο Κωνσταντίνος Βοϊδονικόλας καταγόταν από το χωριό Δημαρίστικα της Μάνης και μικρός έζησε στον Καναδά, ενώ αργότερα μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου έζησε για πολλά χρόνια. Ηταν ιδιοκτήτης νυχτερινών κέντρων στη λεωφόρο Συγγρού και στο Παλαιό Φάληρο. Στο μικροσκόπιο της Αστυνομίας βρέθηκε από τη δεκαετία του ’80. Κατηγορήθηκε για εκβιασμούς το 1982, καθώς και ότι το 1992 τραυμάτισε με κροτίδα μια γυναίκα σε νυχτερινό κέντρο. Οι υποθέσεις αυτές δεν είχαν δικαστική συνέχεια.
Το 1994 είναι μια ιδιαίτερα σημαντική χρονιά γι’ αυτόν. Ενας Σύρος κρατούμενος με κατάθεσή του τον εμπλέκει στο περιώνυμο «ριφιφί του αιώνα» στην Τράπεζα Εργασίας, στην οδό Καλλιρρόης- τη μεγαλύτερη κλοπή σε ελληνική τράπεζα-, που αποκαλύφθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1992. Οκτώ με δέκα άτομα έσκαψαν τούνελ 10 μέτρων κάτω από τον Ιλισό και τρύπησαν ένα μέτρο μπετό και ατσάλι. Αρπαξαν από τις 301 θυρίδες στο θησαυροφυλάκιο χρήματα και τιμαλφή αξίας περίπου 25.000.000 ευρώ. Στη μακροχρόνια πορεία της έρευνας όμως κατέπεσαν οι κατηγορίες τόσο κατά του Κ. Βοϊδονικόλα όσο και κατά άλλων. Η συγκεκριμένη υπόθεση, ωστόσο, παραμένει ανεξιχνίαστη.
Το μεγάλο κόλπο
Τον Μάιο του 1994 ο Κ. Βοϊδονικόλας κατηγορείται συγκεκριμένα ότι συμμετείχε στη μεγάλη κλοπή και την εξαργύρωση 99 εντόκων ομολόγων, αξίας περίπου 3.000.000 ευρώ, από την Εθνική Τράπεζα. Κατηγορήθηκε ότι παρέλαβε περίπου 1.300.000 ευρώ από το κύκλωμα που έκλεψε τα ομόλογα και ο ίδιος υποστήριξε ότι έλαβε αυτό το ποσό στο πλαίσιο πώλησης δύο καταστημάτων του. Τότε, μετά την απολογία του είχε αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση περίπου 200.000 ευρώ. Καταδικάστηκε ερήμην σε 11 χρόνια κάθειρξη και η έφεση που άσκησε μέσω των δικηγόρων του έχει προσδιοριστεί να εκδικαστεί τον Νοέμβριο του 2011.
Η αλήθεια είναι, όμως, ελαφρώς διαφορετική. Σε βάρος του εκδόθηκε με καθυστέρηση διεθνές ένταλμα σύλληψης από την Ιnterpol και το όνομά του ήταν καταχωρισμένο στις επονομαζόμενες «ερυθρές αγγελίες» των διεθνών διωκτικών Αρχών. «Υποβλήθηκε αίτημα των ελληνικών Αρχών προς τον Καναδά για την έκδοση του πελάτη μου» ανέφερε τότε ο Αλέξης Κούγιας, νομικός εκπρόσωπος του Κ. Βοϊδονικόλα, και συνέχισε: «Απορρίφθηκε, όμως, διότι ο κ. Βοϊδονικόλας έχει καναδική υπηκοότητα και υπήρχε διαφορετική νομική άποψη των Αρχών της συγκεκριμένης χώρας για την αναγκαιότητα της έκδοσής του στην Ελλάδα. Ο ίδιος θα ήθελε πολύ να έλθει στην Ελλάδα να δικαστεί για τις εκκρεμείς υποθέσεις του, αφού εκτιμά ότι κατηγορείται άδικα».
Ο επιχειρηματίας ζούσε στο Τορόντο του Καναδά ως ιδιοκτήτης ακινήτων, τα περισσότερα από τα οποία ενοικίαζε σε εταιρίες, τράπεζες κ.λπ. και θεωρούνταν σημαντικός επενδυτής της πόλης, αφού ήταν παράλληλα πρόεδρος του «Greek Τown on the Danforth», που διοργανώνει το μεγάλο φεστιβάλ «Γεύση από την Ντάνφορντ» κάθε Αύγουστο στο Τορόντο, όπου συρρέουν περίπου 1.700.000 επισκέπτες. Το φεστιβάλ, στο οποίο σερβίρονται κυρίως ελληνικά εδέσματα από εστιατόρια της περιοχής, θεωρείται η μεγάλη γιορτή της ελληνικής ομογένειας, η οποία αριθμεί περίπου 200.000 άτομα στην καναδική πόλη.
Το παρκάρισμα μπροστά στην πόρτα του γκαράζ του και οι πυροβολισμοί
Όμως, στις 24 Ιουνίου 1999 ο Κ. Βοϊδονικόλας πυροβόλησε τέσσερις εργάτες οι οποίοι είχαν παρκάρει το αυτοκίνητό τους μπροστά στην πόρτα του γκαράζ του, στη Βούλα. Στην αρχή πυροβόλησε και τραυμάτισε στην κοιλιά έναν 50χρονο, ο οποίος είχε προσπαθήσει να μετακινήσει το αυτοκίνητό του για να εξευμενίσει τον εξαγριωμένο επιχειρηματία. Στη συνέχεια πυροβόλησε και τραυμάτισε στα πόδια και στα χέρια ακόμη τρεις που είχαν σπεύσει σε βοήθεια του συναδέλφου τους. Προφυλακίστηκε και το Συμβούλιο Εφετών απέρριψε έπειτα από λίγο καιρό την αίτηση αποφυλάκισής του, αναφερόμενο «στην κοινωνική απαξία της πράξης του, από όπου προκύπτει η επικινδυνότητα της προσωπικότητάς του».
Στη φυλακή, πάντως, δεν έμεινε καιρό. Στις 27 Ιανουαρίου 2000 παίρνει υπό άγνωστες συνθήκες 24ωρη άδεια από τις Φυλακές Κορυδαλλού. Μετά ζητεί 12ωρη παράταση προκειμένου να υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις. Από τότε εξαφανίστηκε. Αργότερα καταδικάστηκε τελεσίδικα σε 10 χρόνια κάθειρξη για το περιστατικό στη Βούλα. Στη δεύτερη φάση της έρευνας κατηγορήθηκε και για επίθεση εναντίον ακόμη έξι εργατών, αλλά απαλλάχθηκε.
Η ενημέρωση των δικαστικών και των αστυνομικών Αρχών για τη μεγάλη φυγή του Κ. Βοϊδονικόλα έγινε με καθυστέρηση δύο ημερών, γεγονός που αποτέλεσε αντικείμενο δικαστικής έρευνας. Τότε στελέχη του υπουργείου Δικαιοσύνης δήλωναν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο: «Οπου και να πάει ο Βοϊδονικόλας, θα τον βρούμε». Η εντύπωση που είχε μείνει στους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. ήταν ότι «ο Ντίνος έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης. Ισως κρύβεται στον Καναδά, όπου έχουμε πληροφορίες ότι έχει ανοίξει μια… ταβέρνα».