Ο δρόμος για τον Φώτη Ντούλο ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Πρόκειται για τον Ελληνα Δον Ζουάν που θυσίασε τη Βουλιαγμένη για να ζήσει το αμερικανικό όνειρο και τα κατάφερε.
- Από τον Βασίλη Χήτο
Ο συμμαθητής του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Κολλέγιο Αθηνών έγινε golden boy στις ΗΠΑ, έκανε έναν πολύ πλούσιο γάμο, απέκτησε πέντε παιδιά, αλλά όταν η Αμερικανίδα γυναίκα του έπεσε θύμα δολοφονικής ενέργειας μέσα στην έπαυλή τους τον «έδειξαν» ως συζυγοκτόνο και τότε εκείνος έδωσε τέλος στη ζωή του, με τον χειρότερο βασανιστικό τρόπο.
Από περιγραφές ο Ντούλος απεικονίζεται ως ένας πλούσιος και ωραίος άνδρας «ελευθεριάζων», που αρεσκόταν -από το Κολλέγιο ακόμη- να αφιερώνει τη ζωή του «αποπλανώντας» εντυπωσιακές γυναίκες… Με μία απ’ αυτές τον «έπιασε» και η σύζυγός του στην Αμερική και τότε ήρθε η ολοκληρωτική καταστροφή και για τους δύο, αφού τα λεφτά ήταν πολλά… Αν και το πτώμα της δεν βρέθηκε ποτέ, έπειτα από τέσσερα χρόνια καταχωρίστηκε, επιτέλους, ως «νεκρή» η εξαφανισμένη Τζένιφερ Ντούλου, σύζυγος του Ελληνα επιχειρηματία Φώτη Ντούλου, η υπόθεση της οποίας εξελίχθηκε σε ένα σύγχρονο αστυνομικό θρίλερ σε Νέα Υόρκη και Αθήνα.
Η μητέρα της Τζένιφερ, από την πολιτεία του Κονέκτικατ, είχε αρχίσει ήδη τη διαδικασία προκειμένου οι Αρχές να αναγνωρίσουν και επίσημα τον θάνατο της κόρης της, ώστε να προστατευτεί η μνήμη της, αλλά και τα συμφέροντα των πέντε εγγονιών της, των οποίων έχει την επιμέλεια. Η διαδικασία άρχισε από τις 2 Αυγούστου και εν τέλει έκλεισε την περασμένη εβδομάδα, με την απόφαση του δικαστηρίου που ικανοποιεί το αίτημα της μητέρας και γιαγιάς. Αυτό δεν είναι τυχαίο και συνέπεσε με την έναρξη της δίκης την περασμένη Πέμπτη, όπου στο εδώλιο κάθεται η Αμερικανίδα πρώην ερωμένη του Ντούλου Μισέλ Τρακόνις ως η γυναίκα που κατηγορείται πως βοήθησε τον αγαπητικό της να ξεφορτωθεί το πτώμα της συζύγου του. Αν και η ίδια δηλώνει αθώα, εντούτοις οι Αρχές έχουν αρκετά στοιχεία σε βάρος της.
Ο βασικός ύποπτος όσο έβλεπε πως σφίγγει ο κλοιός δεν άντεξε και έδωσε μαρτυρικό τέλος στη ζωή του στις 28/1/2020, λίγες εβδομάδες μετά την απόδοση των κατηγοριών, εισπνέοντας δηλητήριο με λάστιχο από την εξάτμιση που κατέληγε στην καμπίνα του αυτοκινήτου του. Στο σημείωμα που άφησε έγραφε πως δεν είναι δολοφόνος, σε αντίθεση όμως με όλα τα ευρήματα των αμερικανικών Αρχών, που τον έδειχναν ως τον μοναδικό βασικό ύποπτο που φέρεται ότι σκότωσε μέσα στην έπαυλή του την Τζένιφερ, ενώ στη συνέχεια «πιάστηκε» από κάμερες να ξεφορτώνεται ενοχοποιητικά στοιχεία, πετώντας τα σε κάδους απορριμμάτων, με τη βοήθεια της ερωμένης του. Μία αυτοκτονία λίγες ώρες προτού οδηγηθεί εκ νέου στο δικαστήριο για τη διαπραγμάτευση της εγγύησης για την αποφυλάκισή του, η οποία είχε οριστεί στα 6.000.000 δολάρια.
Η Τζένιφερ Ντούλου αγνοούνταν απ’ τον Μάιο του 2019 και μετά τα νέα στοιχεία που ήρθαν στο φως στις αρχές Ιανουαρίου 2020 (σ.σ.: κηλίδες αίματος στο σπίτι και σε κούτες) η πολιτειακή αστυνομία διέταξε την κράτησή του με τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας, της κακουργηματικής ανθρωποκτονίας και της απαγωγής. Η αστυνομία πιστεύει ότι της επιτέθηκε στο σπίτι της στη Νιου Καναάν και την είχε δέσει με πλαστικά σχοινιά όσο ήταν ζωντανή. Η αστυνομία φαίνεται να πιστεύει ότι το κίνητρο του golden boy ήταν και οικονομικό, καθώς, όπως ανέφεραν στο ένταλμα, ο Ντούλος είχε δανειστεί πολλά χρήματα από τα πεθερικά του, αφού είχε πέσει έξω και χρωστούσε 7.000.000 δολάρια, τη στιγμή που τα παιδιά του, ηλικίας από 8 έως 13 ετών, είχαν αποταμιευτικούς λογαριασμούς πάνω από 2.000.000 δολάρια το καθένα.
Η «New York Times» σχεδόν από την πρώτη στιγμή της εξαφάνισης της Τζένιφερ Ντούλου από το σπίτι της σε ένα εύπορο προάστιο του Κονέκτικατ, στις 24 Μαΐου 2019, είχε εστιάσει στον εν διαστάσει σύζυγό της, με τον οποίο είχε εμπλακεί σε μια επώδυνη αντιπαράθεση διαζυγίου. Πάντως, η Ρένα Ντούλου -μόνιμος κάτοικος νοτίων προαστίων-, όταν ταξίδεψε στην Αμερική για την κηδεία του αδελφού της, ακούστηκε να λέει: «Τον φάγανε τον αδερφό μου».
Ο Φώτης Ντούλος από την ηλικία των δέκα ετών άρχισε να ασχολείται με τη μεγάλη αγάπη του, το θαλάσσιο σκι, στο οποίο σημείωνε εξαιρετικές επιδόσεις ως αθλητής στον Ναυτικό Ομιλο Βουλιαγμένης. Οχι μόνο συνομήλικος και συμμαθητής στο Κολλέγιο Αθηνών του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και πρόεδρος του αθλητικού συνδέσμου του σχολείου. Στο σχολικό λεύκωμα περιγράφεται ως ένας μαθητής «που έκανε έντονη την παρουσία του με το αιώνιο πείραγμά του, συνοδευόμενο από το γνωστό πονηρό χαμόγελο». Μετά έφυγε στην Αμερική για σπουδές στο Κολούμπια και μετά στο Brown, στο οποίο έκανε εφαρμοσμένα μαθηματικά προτού μετακομίσει στη Νέα Υόρκη, όπου δούλεψε στην Ernst & Young, μία από τις πλέον γνωστές εταιρίες ορκωτών λογιστών στον κόσμο. Ο εύπορος νέος χαιρόταν την οικονομική του ανεξαρτησία και την κοινωνική του θέση, κάνοντας τα αγαπημένα του σπορ σε ακριβά θέρετρα, με θαλάσσιο σκι στα Χάμπτονς και σκι στις πλαγιές του κοσμικού Ασπεν στο Κολοράντο.
Εκεί, στο Κολοράντο, έγινε ζευγάρι με την πάμπλουτη παλιά του συμφοιτήτρια Τζένιφερ Φάρμπερ. Ο έρωτάς τους ήταν κεραυνοβόλος και λίγους μήνες αργότερα ένωσαν τις ζωές τους. Ο ίδιος άρχισε να ξετυλίγει τα επιχειρηματικά του σχέδια, ιδρύοντας μια κατασκευαστική εταιρία, τη Fore Group, με έδρα το Φάρμινγκτον. Στις αρχές του 2012 ολοκληρώθηκε και η κατασκευή του δικού του σπιτιού 1.500 τ.μ., όπου μετακόμισε με την οικογένειά του. Ολα έμοιαζαν τέλεια μέχρι που τα σύννεφα ήρθαν για να μείνουν, όταν το 2016 λέγεται πως η γυναίκα του ανακάλυψε μια εξωσυζυγική σχέση.
Το ζευγάρι οδηγήθηκε στα δικαστήρια και σε μεγάλη κρίση έπειτα από πολλά χρόνια ευτυχισμένης κοινής πορείας. Η διαδικασία για την επιμέλεια των παιδιών τους εξελίχθηκε σε… κανονικό πόλεμο. Εκείνη τον κατηγορούσε για βία, ενώ εκείνος ισχυριζόταν πως ήταν ασταθής και επικίνδυνη. Παράλληλα, η οικογένειά της του ζητούσε πίσω το δάνειο που του είχε δώσει όταν άρχισε την κατασκευαστική επιχείρησή του.