Ακριβώς έναν χρόνο μετά την τραγωδία των Τεμπών που στοίχισε τη ζωή σε 57 άτομα, 23 μη πολιτικά πρόσωπα καλούνται να περάσουν το «κατώφλι» της Ελληνίδας εντεταλμένης Ευρωπαίας ανακρίτριας Χριστίνας Σαλάππα
προκειμένου να απολογηθούν για σειρά κακουργηματικών κατηγοριών που αφορούν την περιβόητη σύμβαση «717» για την αναβάθμιση του συστήματος σηματοδότησης – τηλεδιοίκησης στο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο.
Τα παραπάνω πρόσωπα καλούνται σε απολογία από την κυρία Σαλάππα στις 28 Φεβρουαρίου, ημερομηνία που συμπίπτει με το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα. Ωστόσο, οι κατηγορούμενοι έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν από τη ανακρίτρια προθεσμία να προετοιμάσουν τις απολογίες τους, δεδομένου ότι οι κατηγορίες που τους έχουν αποδοθεί είναι βαρύτατες και κατά περίπτωση αφορούν απιστία, ψευδή βεβαίωση με σκοπό τον παράνομο προσπορισμό οφέλους, ηθική αυτουργία στην απάτη και στις ψευδείς βεβαιώσεις κ.ά.
Το αδίκημα, πάντως, που βρίσκεται στον «πυρήνα» των κατηγοριών εις βάρος των 23 μη πολιτικών προσώπων είναι αυτό της απάτης σχετικά με κοινοτικές επιχορηγήσεις, οι οποίες προορίζονταν για την ολοκλήρωση του έργου, κάτι που, αν είχε συμβεί, ενδεχομένως να απέτρεπε το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη. Μάλιστα, όπως είναι γνωστό, για την επίμαχη σύμβαση η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει διαβιβάσει στη Βουλή δικογραφία για την αναζήτηση τυχόν ποινικών ευθυνών των πρώην υπουργών Μεταφορών Κώστα Καραμανλή και Χρήστου Σπίρτζη.
Συγκεκριμένα, σε απολογία από την Ελληνίδα εντεταλμένη Ευρωπαία εισαγγελέα καλούνται 14 δημόσιοι υπάλληλοι της ΕΡΓΟΣΕ για απάτη σχετική με τις επιχορηγήσεις. Δύο εξ αυτών κατηγορούνται επιπλέον για ψευδή βεβαίωση με σκοπό τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους σε άλλον.
Ακόμη, απολογία καλούνται να δώσουν τέσσερις δημόσιοι υπάλληλοι της Ελληνικής Διαχειριστικής Αρχής του Επιχειρησιακού Προγράμματος Υποδομών Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΥΔ/ΕΠ-ΥΜΕΠΕΡΑΑ) για απιστία κονδυλίων, καθώς και πέντε νόμιμοι εκπρόσωποι και υπάλληλοι της Αναδόχου Κοινοπραξίας για ηθική αυτουργία σε απάτη σχετική με τις επιχορηγήσεις και ηθική αυτουργία σε ψευδή βεβαίωση με σκοπό τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους σε άλλον.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλεξε η ευρωπαϊκή εισαγγελία στο πλαίσιο της έρευνάς της, η σύμβαση «717» υπεγράφη το 2014, με χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2016. Ακολούθησε το 2019 η υπογραφή συμπληρωματικής σύμβασης σχετικά με το ίδιο έργο και με αυτή τροποποιήθηκε το αρχικό αντικείμενο της σύμβασης «717». Συγκεκριμένα, με τη συμπληρωματική σύμβαση προβλέφθηκε η κατασκευή ενός εντελώς νέου συστήματος σηματοδότησης με νέες μονάδες τηλεμετρίας, ώστε να είναι δυνατή η επικοινωνία και η μετάδοση δεδομένων μεταξύ των σιδηροδρομικών σταθμών, καθώς και από τους σιδηροδρομικούς σταθμούς στα κέντρα ελέγχου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και οι δύο συμβάσεις συγχρηματοδοτήθηκαν από το Ταμείο Συνοχής της Ε.Ε., στο πλαίσιο του προγράμματος «Εκσυγχρονισμός Σηματοδότησης – Τηλεδιοίκησης και εγκατάσταση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ελέγχου Αμαξοστοιχιών (ETCS)», με τη συνεισφορά της Ε.Ε. να ανέρχεται σε ποσοστό 85%. Ωστόσο, από την έρευνα που διενεργήθηκε προέκυψε προέκυψαν σοβαρές πλημμέλειες. Μεταξύ άλλων διαπιστώθηκε ότι χορηγήθηκαν συνολικά επτά παράνομες παρατάσεις της αρχικής σύμβασης, σύμφωνα με τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της ΕΡΓΟΣΕ.
Για τον λόγο αυτό, μετά την πάροδο περισσότερων από εννέα ετών από την υπογραφή της σύμβασης «717», το έργο δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί. Μάλιστα, από την έρευνα της ευρωπαϊκής εισαγγελίας προέκυψαν στοιχεία για πιθανή παράβαση καθήκοντος από τους
επιθεωρητές – ελεγκτές της Ελληνικής Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ) της Ελλάδας, στους οποίους ανατέθηκε από τις εθνικές εισαγγελικές Αρχές η διενέργεια ελέγχου σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης «717».
Ηδη, εξάλλου, η ευρωπαϊκή εισαγγελία έχει διαβιβάσει πόρισμά της στις ελληνικές δικαστικές Αρχές ως προς τις τυχόν ποινικές ευθύνες των επιθεωρητών της ΕΑΔ και για το σκέλος αυτό της υπόθεσης, δηλαδή για ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των ελεγκτών, διενεργείται ποινική έρευνα από την εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών.