Ανατριχίλα, οργή και έντονο προβληματισμό προκαλεί το τελικό πόρισμα «φωτιά» του ειδικού πραγματογνώμονα σε θέματα πυρκαγιών και ορισθέντα ως τεχνικού συμβούλου του συλλόγου των οικογενειών των 57 θυμάτων, Βασίλειου Κοκοτσάκη, το οποίο μάλιστα κάνει λόγο -μεταξύ άλλων- για αλλοίωση και «μόλυνση» του σημείου της σιδηροδρομικής τραγωδίας των Τεμπών.
Αναλυτικότερα, το πόρισμα –που παραδόθηκε στις ανακριτικές Αρχές της Λάρισας, προκειμένου να αξιοποιηθεί αλλά και να ενσωματωθεί στη δικογραφία- αναφέρεται σε εγκληματικές αβλεψίες, παραλείψεις και ενέργειες, που οδήγησαν ακόμη και την επίσημη έρευνα σε λάθος δεδομένα και σκεπτικό για τον θάνατο που προκάλεσε η σφοδρή, μετωπική σύγκρουση των δύο τρένων στις 28 Φεβρουαρίου του 2023.
Το τεχνικό πόρισμα συντάχθηκε κάτω από αντίξοες συνθήκες συλλογής στοιχείων, με την επιμονή και μόνο των οικογενειών των θυμάτων και μάλιστα με στοιχεία, δικογραφίες και υλικά που κατόρθωσαν να συλλέξουν, στην καλύτερη περίπτωση, δύο μήνες μετά την τραγωδία έως 11 μήνες έπειτα από αυτήν. Το πόρισμα είναι η τεχνική έκθεση του Βασίλη Κοκοτσάκη αναφορικά με την έκρηξη και την πυρκαγιά κατά τη σφοδρή σύγκρουση των δύο τρένων και είναι εξόχως αποκαλυπτικό για το τι έγινε και, κυρίως, τι δεν έγινε στη διερεύνηση της τραγωδίας.
Οπως σημειώνει, μεταξύ άλλων, ο ίδιος ο τεχνικός σύμβουλος, Βασίλης Κοκοτσάκης: «1 Ο χώρος “μολύνθηκε”, γιατί πέραν των απολύτως απαραίτητων εργασιών διευθέτησης για επιχειρησιακούς λόγους, που αναγκαστικά έγιναν, αλλοιώθηκε κιόλας, αφού ικανή έκταση περίπου δύο στρεμμάτων μπαζώθηκε με φερτά υλικά, όπως χαλίκια και μπετόν. Κυρίως όμως το σημείο στο οποίο είχαν καταπέσει τμήματα (συντρίμμια) της επιβατικής αμαξοστοιχίας αλλά και απόβλητα ή κατάλοιπα καύσης παρασυρμένα από τα νερά πυρόσβεσης, ίσως όμως και βιολογικό υλικό ανθρώπων, μπαζώθηκε με επιμελή και μόνιμο τρόπο, δηλαδή αφαίρεση του χώματος σε ικανό βάθος, πάχτωσή του με χοντρά εμποτισμένα χαλίκια λατομείου και κάλυψη με σκυρόδεμα επίσης ικανού πάχους. Η ενέργεια αυτή δυσχεραίνει, αν δεν αποκλείει κιόλας, την έρευνα στο σημείο εκείνο και κυρίως τη λήψη δειγμάτων που ίσως βοηθούσαν στη διαφώτιση αρκετών από τα ερωτήματα της έρευνας.
2 Οσο η έρευνα είναι σε εξέλιξη, όλα τα υλικά, αντικείμενα κ.λπ. που καθ’ οιονδήποτε τρόπο συμμετείχαν στην εκδήλωση του συμβάντος θεωρούνται πειστήρια και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζονται. Πέραν των άλλων τυπικών και ουσιαστικών μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται, είναι και αυτό (κύριο) της διαφύλαξης και προστασίας. Τα συγκεκριμένα αντικείμενα-πειστήρια (συντρίμμια, χώματα) που μετακινήθηκαν από τον τόπο του συμβάντος έπρεπε να διαφυλαχτούν και να προστατευτούν τόσο από τις καιρικές συνθήκες όσο και από τυχόν απόπειρα αλλοίωσης ή αφαίρεσης, μέτρα που δεν λήφθηκαν στον βαθμό που θα εξασφάλιζε την έγκαιρη, ασφαλή και αδιαμφισβήτητη έρευνα επ’ αυτών και τη διατήρηση τυχόν υπολειμμάτων-στοιχείων που θα βοηθούσαν προς τούτο.
3 Ο τρόπος και η επιλογή των χώρων από τους οποίους ελήφθησαν τα δείγματα για χημική ανάλυση είναι μεθοδολογικά μη ορθός, γιατί τα περισσότερα δείγματα έχουν ληφθεί από το βόρειο τοιχίο αντιστήριξης, και όχι από τον χώρο όπου έγινε η καύση-έκρηξη (πιθανότατα δεν ελήφθησαν γιατί ο χώρος είχε διαμορφωθεί και αλλοιωθεί, και υπήρχε και χρονική καθυστέρηση λήψης δειγμάτων, γεγονός που καθιστούσε πλέον τα δείγματα επισφαλή, και όχι αντιπροσωπευτικά)».
Αίσθηση όμως προκαλεί στο πόρισμα του Βασίλη Κοκοτσάκη και ακόμα μία παράμετρος: Η επιμονή του στην αναγκαιότητα να ληφθούν δείγματα λαμαρινών με αιθάλες από τα κοντέινερ εμπορικής, καθώς μετά το δυστύχημα κι ενώ όλα τα βαγόνια της επιβατικής αμαξοστοιχίας μεταφέρθηκαν σε οικόπεδο του ΟΣΕ (!) στη θέση Κουλούρι, τα συγκεκριμένα τρία βαγόνια κοντέινερ της εμπορικής αμαξοστοιχίας «αγνοούνται».
Ο κ. Κοκοτσάκης στην τεχνική του έκθεση είναι σαφής σε δύο τουλάχιστον σημεία: «Δεν ελήφθησαν έγκαιρα δείγματα λαμαρινών με αιθάλες από τα κοντέινερ εμπορικής, κυλικείο επιβατικής που αποδεδειγμένα συμμετείχαν στο φαινόμενο της πυρόσφαιρας, για ανάλυση και διαπίστωση υλικών καύσης» αλλά και στο σημείο της αναφοράς του για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν από εδώ και στο εξής επαναλαμβάνει: «ε. Να ληφθούν δείγματα και να αναλυθούν από τα τοιχώματα του βαγονιού του κυλικείου, γιατί τόσο σε αυτό όσο και στην εμπορική αμαξοστοιχία (πλατφόρμες κοντέινερ) πιθανόν να υπάρχουν αιθάλες, που η ανάλυσή τους μέσω φασματογραφίας μάζας πιθανόν να μας δώσει εικόνα, υλικά και τρόπο με τον οποίο κάηκαν.
στ. Να ληφθούν δείγματα από τις λαμαρίνες των κοντέινερ που ήταν φορτωμένα στα τρία πρώτα βαγόνια της εμπορικής και να γίνει ανάλυση στις αιθάλες που βρίσκεται σε αυτά (αν βρίσκεται ακόμη)».
Παράλληλα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ο επίλογος της τεχνικής έκθεσης, καθώς προτείνεται «να γίνουν προσομοιώσεις αναφλέξεως ελαίου σιλικόνης σε συνδυασμό με κινηματογράφηση με απλές θερμικές κάμερες, ενέργεια η οποία θα επιτρέψει να διαπιστωθούν τα παραγόμενα αέρια από την καύση του ελαίου και έτσι να εξακριβωθεί κατά πόσο είναι συμβατή η κατά τους διορισθέντες πραγματογνώμονες θεωρία ότι το έλαιο σιλικόνης είχε παρουσία ως μοναδικό καύσιμο στην περιοχή του δυστυχήματος. Επιπλέον, εάν στο παραπάνω πείραμα χρησιμοποιηθούν ίδιες κάμερες ασφαλείας με αυτές που κατέγραψαν το δυστύχημα, θα καταστεί δυνατή η σύγκριση των χρωμάτων που κατέγραψαν οι κάμερες με αυτά που παράγονται κατά την καύση ελαίου σιλικόνης. Παράλληλα το ίδιο πείραμα πρέπει να γίνει και με τα άλλα καύσιμα και εκρηκτικά μείγματα που ανιχνεύτηκαν για να συγκριθεί το οπτικό αποτέλεσμα των καταγραφών των πειραματικών εκρήξεων».