Μία ανακάλυψη ικανή να αλλάξει την ιστορική κατανόηση των τεχνουργημάτων που συνδέονται με τον Μέγα Αλέξανδρο έκανε ομάδα αρχαιολόγων στον Τύμβο ΙΙ στη Βεργίνα, που εντόπισε τον χιτώνα του! Το νέο αυτό εύρημα αποδεικνύει την αλληλεπίδραση του ελληνιστικού και του περσικού πολιτισμού στον τομέα της βασιλικής ενδυμασίας.
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Αντώνιο Μπαρτζιώκα, ομότιμο καθηγητή στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, φαίνεται πως ταυτοποίησαν ένα μοβ βαμβακερό υφαντό γνωστό ως σάραπης. Πρόκειται για μοβ χιτώνιο, με μια λευκή ρίγα στο στρίφωμα, την οποία φορούσαν αποκλειστικά οι Πέρσες βασιλείς. Το γεγονός ότι ο Μέγας Αλέξανδρος υιοθέτησε το σύμβολο εξουσίας αυτό σηματοδότησε την κυριαρχία του στην αχανή περσική αυτοκρατορία, μετά την επικράτησή του έναντι του Δαρείου του 3ου.
Σύμφωνα με την έκθεση που δημοσιεύτηκε στο «Journal of Field Archaeology», το υλικό είχε ανακαλυφθεί στο χρυσό οστεοφυλάκιο στον Τύμβο ΙΙ, μαζί με τα λείψανα ενός άνδρα και το στεφάνι της Βεργίνας με τα χρυσά φύλλα και τα άνθη μυρτιάς, από την ελληνιστική περίοδο (300-30 π.Χ.), το οποίο θεωρείται ότι άνηκε στη Μήδα της Οδησσού, την πριγκίπισσα και πέμπτη σύζυγο του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας.
Ακολούθησαν χημικές, φυσιολογικές και μικροσκοπικές αναλύσεις, ενώ από την ομάδα των επιστημόνων εφαρμόστηκαν προηγμένες τεχνικές, όπως φασματοσκοπία υπερύθρου με μετασχηματισμό Fourier (FTIR) και αεριοχρωματογραφία/φασματομετρία μάζας. Τελικά, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα πως το ύφασμα είναι φτιαγμένο από βαμβάκι, υλικό σπάνιο για την εποχή, και ήταν βαμμένο με το βασιλικό μοβ χρώμα. Μάλιστα, ανάμεσα στις επιστρώσεις του υφάσματος βρέθηκε χουντίτης, ένα λαμπερό, λευκό ορυκτό που χρησιμοποιούνταν στην αρχαία Περσία, ενισχύοντας την πεποίθηση ότι το ένδυμα είχε προέλευση από την Ανατολή.
Ο χουντίτης
Η εφαρμογή του χουντίτη, ο οποίος χρησιμοποιούνταν για την ικανότητά του να δημιουργεί απαστράπτον λευκό χρώμα, ενισχύει τη θεωρία σύμφωνα με την οποία η σάραπις που βρέθηκε στον Τύμβο ΙΙ ήταν εκείνη που φορούσε ο Μέγας Αλέξανδρος σε επίσημες τελετές. Η παραγωγή αυτού του είδους υφάσματος ήταν εξαιρετικά δαπανηρή, καθώς η μοβ βαφή προερχόταν από τις μουρικίδες (θαλάσσια σαλιγκάρια), μια διαδικασία που απαιτούσε τεράστιες ποσότητες από τα συγκεκριμένα γαστερόποδα για τη βαφή ενός και μόνο τμήματος από το ύφασμα.
Η ανακάλυψη αυτή έχει σπουδαία σημασία, αφού καταδεικνύει πως πολλά από τα αντικείμενα που βρέθηκαν στον Τύμβο ΙΙ ανήκαν πράγματι στον Μέγα Αλέξανδρο και όχι στον βασιλιά Φίλιππο της Μακεδονίας, όπως πιστεύεται. Μεταξύ των αντικειμένων που ήρθαν στο φως από τον τύμβο, είναι ένα χρυσό διάδημα, ένα σκήπτρο και ένα χρυσό στεφάνι μυρτιάς. Ολα τα ευρήματα αναφέρονται σε ιστορικές πηγές ως τα βασιλικά διακριτικά του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ωστόσο, η ανακάλυψη της σαράπιδος παραμένει από τις πιο σημαντικές, αποδεικνύοντας τη βαρύτητα και την επιρροή που είχε η κουλτούρα των Περσών στον δυτικό πολιτισμό.
Εντούτοις, η ταυτότητα των προσώπων που βρέθηκαν στους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας αποτελεί ένα διαχρονικό σημείο διένεξης για τους αρχαιολόγους διεθνώς. Ο Τύμβος ΙΙ παραδοσιακά αποδίδεται στον Φίλιππο τον ΙΙ. Το πρόσφατα ανακαλυφθέν εύρημα, ωστόσο, παρέχει περισσότερα στοιχεία που δηλώνουν ότι μπορεί ο τύμβος να ήταν το Φιλίππου του ΙΙΙ του Αριδαίου, του διαδόχου του ετεροθαλούς αδελφού του, ο οποίος κληρονόμησε πολλά από τα εμβλήματα της εξουσίας του Αλεξάνδρου, μετά τον θάνατό του.
Ο Φίλιππος ΙΙΙ ο Αριδαίος εικάζεται ότι μετά τον θάνατο του Μακεδόνα βασιλιά ανέλαβε -μόνο ονομαστικά- τον θρόνο, καθώς στερείτο ουσιαστικής εξουσίας. H ανακάλυψη της σαράπιδος του Αλεξάνδου στον Τύμβο ΙΙ της Βεργίνας υποστηρίζεται επιπλέον από τις αναπαραστάσεις στο διάζωμα του τύμβου. Σε μία από τις σκηνές που αναπαριστούν κυνήγι ένας από τους απεικονιζόμενους κυνηγούς, ο οποίος εικάζεται ότι είναι ο Μέγας Αλέξανδρος, φορά ένα μοβ χιτώνιο με λευκές ρίγες, παρόμοιο με την περιγραφή της σαράπιδος που απαντά σε ιστορικές πηγές. Η οπτική αναπαράσταση ενισχύει τη σχέση ανάμεσα στα αντικείμενα που έχουν ανακαλυφθεί και τον Μέγα Αλέξανδρο.
Η ανακάλυψη του ιερού χιτώνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου δεν αποτελεί απλώς ακόμα μία προσθήκη στον αρχαιολογικό γρίφο των ταφών της Βεργίνας. Στην ουσία παρέχει νέα στοιχεία σχετικά με την περσική επιρροή στο βασίλειο των Μακεδόνων και στις ιδιότητες του Μεγάλου Αλεξάνδρου ως φαραώ της Αιγύπτου, βασιλιά της Ελλάδας αλλά και μετέπειτα αυτοκράτορα της Περσίας. Η ταυτοποίηση του ενδύματος δύναται να αποτελέσει εφαλτήριο για μία νέα μελέτη που θα αφορά τον ρόλο της βασιλικής ενδυμασίας στον ελληνιστικό και τον περσικό πολιτισμό, καθώς και τα ταφικά έθιμα της περιόδου εκείνης.