Μία σπουδαία ανακάλυψη έκανε ομάδα Ελλήνων καθηγητών, αποδεικνύοντας πως όταν η επιστήμη συνδυάζεται με αφοσίωση και όραμα μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Σχεδόν 20 χρόνια από την έναρξη των ερευνών τους, οι καταξιωμένοι επιστήμονες βλέπουν τις προσπάθειές τους για θεραπευτικό «χτύπημα» σε τρία σοβαρά νοσήματα -ανάμεσά τους και το Αλτσχάιμερ– να αποδίδουν καρπούς, αφού ανακάλυψαν δύο νέα φάρμακα και μία κυτταρική θεραπεία και πλέον αρχίζουν τις δοκιμές.
Πρόκειται για τους καθηγητές Φαρμακολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης και του ΙΤΕ Αχιλλέα Γραβάνη και Γιάννη Χαραλαμπόπουλο, τον επίκουρο καθηγητή του Τμήματος Επιστήμης και Μηχανικής Υλικών Δημήτρη Τζεράνη και τη διευθύντρια Ερευνών του ΕΙΕ Θεοδώρα Καλογεροπούλου, που κάνουν διεθνώς υπερήφανη τη χώρα.
Η ομάδα των σπουδαίων επιστημόνων είναι αφοσιωμένη στη νευροαναγεννητική ιατρική και την εμβιομηχανική του νευρικού ιστού από το 2004, έχοντας στο στόχαστρό τη τη νόσο Αλτσχάιμερ, τη διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και το τραύμα στον νωτιαίο μυελό, νοσήματα με βαθύ αποτύπωμα στην υγεία, στην κοινωνία και την οικονομία. Πλέον η φαρέτρα τους περιέχει πιθανά θεραπευτικά βέλη: δύο μελλοντικά φάρμακα και μία κυτταρική θεραπεία, για τα οποία δρομολογούνται κλινικές μελέτες στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη.
«Η χώρα μας διαθέτει ερευνητικές ομάδες εξαιρετικής ποιότητας, που μπορούν να διεκδικήσουν ανταγωνιστικές θέσεις στο διεθνές επιστημονικό πεδίο. Φιλοδοξία μας ήταν και είναι να προσφέρουμε καινοτόμες θεραπευτικές προσεγγίσεις σημαντικών νοσημάτων που σήμερα δεν έχουν θεραπεία. Γι’ αυτό εστιάσαμε σε ασθένειες που αποτελούσαν προκλήσεις. Το 2004 ήταν απόλυτη η ένδεια στο θεραπευτικό πεδίο για τη νόσο Αλτσχάιμερ και άλλα νευροεκφυλιστικά νοσήματα. Και ταυτόχρονα ήταν ορατό το κύμα της πανδημίας που θα προκαλούσε. Παγκοσμίως υπάρχουν πάνω από 60.000.000 άνθρωποι που ζουν με άνοια, αριθμός που θα αυξηθεί δραματικά στο μέλλον λόγω της αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης. Στόχος μας ήταν να βοηθήσουμε αυτόν τον τεράστιο αριθμό ασθενών, αλλά και τους φροντιστές τους» δήλωσε ο καθηγητής κ. Γραβάνης και συνέχισε:
«Στη νόσο Αλτσχάιμερ σχεδιάσαμε πολυδύναμα συνθετικά μόρια που έχουν συγχρόνως νευροπροστατευτική δράση αναστέλλοντας τον θάνατο των νευρώνων, αντινευροφλεγμονώδη δράση περιορίζοντας τη διέγερση της εγκεφαλικής μικρογλοίας, και νευροαναγεννητική δράση προάγοντας την ανάπτυξη νέων νευρώνων από τα εγκεφαλικά νευρικά βλαστικά κύτταρα».
Οι τελευταίες δημοσιεύσεις της ομάδας έγιναν πριν από λίγες εβδομάδες στα επιστημονικά περιοδικά «Molecular Psychiatry» και «Glia» και αφορούσαν την ευεργετική δράση της συνθετικής μικρονευροτροφίνης BNN27. Οπως εξήγησε, τώρα σχεδιάζονται οι κλινικές μελέτες σε συνεργασία με διεθνείς φαρμακευτικές εταιρίες και μέσα στα επόμενα δύο χρόνια αναμένεται να αρχίσουν οι κλινικές δοκιμές σε ασθενείς στις ΗΠΑ και το 2028 θα έχουμε τα πρώτα αποτελέσματα.
Ενδεικτικό του τεράστιου αγώνα των επιστημόνων είναι το γεγονός ότι από το 2016 εστιάζουν και στη θεραπεία του τραύματος του νωτιαίου μυελού και της αναστροφής της συνεπαγόμενης παράλυσης. Επειτα από οκτώ χρόνια έρευνας ανέπτυξαν νευροεμφύτευμα, του οποίου η μεταμόσχευση στον τραυματισμένο νωτιαίο μυελό ποντικών οδήγησε σε αναστροφή της παράλυσης. Παράλληλα, ο κ. Γραβάνης έκανε γνωστό πως η ομάδα δραστηριοποιείται και στην ανάπτυξη νέων μεθόδων μεταφοράς φαρμάκων γονιδιακής, πρωτεϊνικής ή κυτταρικής φύσης στον εγκέφαλο, με τη βοήθεια μιας νέας γενιάς μαλακών ιατρικών νανορομπότ.
«Η έρευνα δεν έχει προθεσμίες, μόνο όραμα και προσήλωση στη θεραπεία και στους ασθενείς. Προσωπικά αισθάνομαι ότι οφείλω να επικοινωνώ το αποτέλεσμα της έρευνάς μας στους πολίτες, γιατί αυτή υποστηρίζεται με τα χρήματά τους» τόνισε χαρακτηριστικά ο καθηγητής μιλώντας στο protothema.gr και κατέληξε λέγοντας: «Η Ελλάδα μόνο κερδισμένη θα βγει αν επενδύσει στην έρευνα», ενώ ζητεί από την Πολιτεία να ενισχύσει τις ερευνητικές ομάδες και να τις συνδέσει με τα πανεπιστήμια και τη φαρμακοβιομηχανία «για να αναπτυχθούν προϊόντα, φάρμακα και θεραπείες υψηλής προστιθέμενης αξίας, να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας και να παραμείνουν ή να επαναπατριστούν τα πολύτιμα επιστημονικά μυαλά της χώρας».