► Μιλάει στην Espresso για το δράμα του
► Προσεύχεται, παίζει μπάλα, κάνει «μεροκάματα» στα μαγειρεία και κλαίει για τα παιδιά του
► Σήμερα δικάζεται για τη μεταφορά 58 «αβγών» ηρωίνης
Σενάριο για να κάνει τη ζωή του ταινία γράφει μέσα στο κελί των Φυλακών Αγίου Στεφάνου στην Πάτρα ο τηλεοπτικός «Πίου, το μαύρο πιστόλι», που σήμερα δικάζεται για τα 58 «αβγά» ηρωίνης που είχαν βρεθεί στο στομάχι του. Ο 38χρονος Νιγηριανός κινδυνεύει με 20 χρόνια φυλακή για τη μεταφορά των ναρκωτικών, βάρους ενός κιλού και 285 γραμμαρίων, από την Ουγκάντα στην Αθήνα!
ΑΠΟ ΤΗ
ΜΑΡΙΑ ΜΕΪΜΑΡΗ
Ο Ιζουάνα Τζόελ Ανίνο, ο οποίος έγινε γνωστός από τα διαφημιστικά σποτ εταιρίας κινητής τηλεφωνίας, μίλησε στην «Espresso» για το δράμα του μέσα από τις Φυλακές Κορυδαλλού, όπου μετήχθη από την Πάτρα προκειμένου να καθίσει σήμερα στο εδώλιο. Οπως περιγράφει, περνάει τις ημέρες του με προσευχή, «μεροκάματα» στα μαγειρεία της φυλακής και μπάλα στο προαύλιο!
Ο «Πίου» (κρατείται μετά τη σύλληψή του το περσινό καλοκαίρι στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος») δηλώνει μετανιωμένος για την πράξη του, που είχε τεράστιο αντίκτυπο στην οικογένειά του και στον ίδιο, και κλαίει για τα παιδιά του, τη δεκάχρονη κόρη του και τον 4 ετών γιο του, που ζουν στα Χανιά με την Ελληνίδα εν διαστάσει σύζυγό του.
«Εκανα ένα τραγικό λάθος. Εχω μετανιώσει και αν γύριζα τον χρόνο πίσω, δεν θα έκανα το ίδιο. Ζήτησα συγγνώμη από την οικογένειά μου και ακόμη συνεχίζω. Μου λείπουν τα παιδιά μου. Δεν τα έχω δει από τη μέρα που μπήκα φυλακή, αλλά μιλάμε πού και πού στο τηλέφωνο» λέει το «μαύρο πιστόλι» από τη… Φενερμπαχτσέ, που από τη θέση του δεξιού χαφ στα γήπεδα βρέθηκε στα κινηματογραφικά πλατό και από κει στα δίχτυα διεθνούς κυκλώματος ηρωίνης. Σήμερα οι προβολείς που είχαν πέσει πάνω του την εποχή της εφήμερης δόξας έχουν σβήσει και τη θέση τους έχει πάρει η σκληρή καθημερινότητα της φυλακής:
«Είναι πολύ δύσκολα μέσα. Ζω μοναχικά, δεν έχω πολλές παρέες. Εξάλλου, καθένας που εκτίει ποινή έχει τα δικά του προβλήματα. Κάποιοι έχουν “βγάλει” 12 και 13 χρόνια στη φυλακή, οπότε και γι’ αυτούς είναι δύσκολο» τονίζει ο 38χρονος, ο οποίος βρίσκει διέξοδο στη γυμναστική αλλά και στον Θεό.
Θεολογικά βιβλία
«Διαβάζω πολύ θεολογικά βιβλία. Ετσι περνάω την ώρα μου. Πάντα ήμουν θρησκευόμενος, αλλά μέσα στη φυλακή παίρνω ακόμη μεγαλύτερη δύναμη από τον Θεό» εξηγεί.
Οπως προσθέτει ο Αφρικανός, δεν αντλεί δύναμη μόνο από την πίστη του, αλλά και από τους συγκρατούμενούς του, οι οποίοι τον αντιμετωπίζουν με μεγάλη συμπάθεια! Οπου σταθεί κι όπου βρεθεί, τον φωνάζουν «Πίου» και κάθε φορά που παίζουν ποδόσφαιρο στο προαύλιο των φυλακών, μαλώνουν ποιος θα τον πάρει στην ομάδα του: «Να, και τώρα που μιλάμε, μου φωνάζουν να πάω να παίξω μαζί τους. Οπότε, μόλις τελειώσουμε, θα πάω για μπάλα!»
Οσο για τη δίκη, που αρχίζει σήμερα στο Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας, με την κατηγορία της διακίνησης ναρκωτικών, ο κατηγορούμενος ελπίζει το δικαστήριο να τον αντιμετωπίσει με ευαισθησία. «Εχω μεγάλη αγωνία. Επειδή δεν έχω καμία σχέση με όλα αυτά, δεν ξέρω τι θα γίνει» λέει και δηλώνει αποφασισμένος να γυρίσει σελίδα στη ζωή του μόλις αποφυλακιστεί.
«Εχω κάποιους γνωστούς που μπορεί να με βοηθήσουν και ίσως μου βρουν δουλειά. Αν τα καταφέρω, θέλω να κάνω μια ταινία για όσα έζησα τους τελευταίους μήνες. Ηδη γράφω σενάριο τη ζωή μου» καταλήγει ο Ιζουάνα Τζόελ Ανίνο, ο οποίος όμως αντιμετωπίζει ποινή κάθειρξης έως και 20 ετών.
Από τα γήπεδα μέχρι την εποχή της δόξας με την «Κληρονόμο» και το σποτ
Ο Ιζουάνα Τζόελ Ανίνο γεννήθηκε στη Νιγηρία στις 18 Δεκεμβρίου 1978 και πριν από 16 χρόνια αποφάσισε να μεταναστεύσει στην Ελλάδα. Διεκδίκησε επαγγελματικό συμβόλαιο με την ποδοσφαιρική ομάδα του Χαϊδαρίου, αλλά η συνεργασία δεν προχώρησε λόγω σοβαρού τραυματισμού του, με αποτέλεσμα να βγάζει μεροκάματο σε διάφορες δουλειές.
Οταν γνώρισε στα Χανιά τη μετέπειτα σύζυγό του (Ελληνίδα), με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά, εργαζόταν σταθερά ως βοηθός τεχνικού σε τηλεοπτικές παραγωγές και γρήγορα έκανε γνωριμίες στον χώρο των μίντια.
Ετσι ήρθε πρώτα η πρόταση να παίξει στο πλευρό της Σμαράγδας Καρύδη στην ταινία «Η κληρονόμος» και ύστερα η συνεργασία με εταιρία κινητής τηλεφωνίας, η οποία τον έκανε πρωταγωνιστή στις διαφημίσεις της ως «Πίου», το «μαύρο πιστόλι» από την ποδοσφαιρομάνα Λουλιαλάμπα! Ο ίδιος θυμάται με νοσταλγία την εποχή της «δόξας», που τον αναγνώριζαν στον δρόμο: «Οι περαστικοί μού μιλούσαν και ζητούσαν ακόμα και αυτόγραφο. Ολοι μου έλεγαν ότι ήμουν πολύ καλός στη διαφήμιση».
Ομολογία
Το 2012, ύστερα από τη δημοσιότητα που είχε κερδίσει, ο Νιγηριανός εντάχθηκε στο ρόστερ του Πανακρωτηριακού Χανίων, ωστόσο παρέμεινε στην ομάδα μόνο για έναν χρόνο (και κυρίως στην εξέδρα), αφού οι επιδόσεις του στην μπάλα δεν ήταν εντυπωσιακές.
«Τη Δευτέρα εισάγεται η δικογραφία στο Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών. Πιστεύω ότι το δικαστήριο θα αξιολογήσει τον έντιμο σε όλες τις εκφάνσεις του πρότερο έντιμο βίο του κατηγορουμένου, καθώς και την ειλικρινή από την πρώτη στιγμή ομολογία του. Δεν αποτελεί κίνδυνο για την κοινωνία και δεν είναι η συνήθης περίπτωση του αντικοινωνικού εμπόρου ναρκωτικών» είπε στην «Espresso» o συνήγορος του 38χρονου Δημήτρης Γκαβέλας.
Η απελπισία τον οδήγησε σε κύκλωμα ναρκωτικών
Σαν βόμβα είχε σκάσει στις 17 Ιουλίου 2015 η είδηση της σύλληψης για διακίνηση ναρκωτικών του τηλεοπτικού «Πίου», που έγινε γνωστός ως το μεγάλο μεταγραφικό απόκτημα του προέδρου «Αγαπούλα» (ο ηθοποιός Τάκης Σπυριδάκης), που τον ανακάλυψε στα… φανάρια. Ο Νιγηριανός με το διάπλατο χαμόγελο είχε συλληφθεί στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος», έχοντας καταπιεί 58 σακουλάκια με ηρωίνη!
Οπως λέει στην «Espresso», το οικονομικό αδιέξοδο τον οδήγησε στην παρανομία: «Μετανιώνω κάθε μέρα… Εμπλεξα όταν τίποτα δεν πήγαινε καλά στη ζωή μου. Ο άνθρωπος στον οποίο δούλευα ως βοηθός μακενίστα βγήκε σε σύνταξη. Εψαξα παντού για δουλειά και ασχολήθηκα για λίγο και με τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Ούτε εκεί πήγαν καλά τα πράγματα. Μου έκοψαν το ρεύμα και το νερό, και κινδύνευα με έξωση». Ο ίδιος αποκαλύπτει πώς έμπλεξε με το κύκλωμα ναρκωτικών:
«Ενας γνωστός μου στην Αθήνα, που ήξερε την κατάστασή μου, μου είπε ότι μπορούσε να με βοηθήσει. Μου πρότεινε να κάνουμε μια δουλειά, λέγοντας ότι θα πληρωνόμουν. Οταν ρώτησα “τι δουλειά;”, μου απάντησε: “Ελα κάτω, στην Αφρική, και θα σου πω”. Πήγα στην Ουγκάντα με εισιτήριο που πλήρωσαν κι εκεί μου είπαν απλά: “Θα κάνεις αυτό κι αυτό… Είναι επικίνδυνο, αλλά αν τα καταφέρεις θα πάρεις 3.000 ευρώ”. Ημουν απελπισμένος. Οταν το έκανα, ένιωθα σαν να έχω πεθάνει»!