❱❱ Ευθύνεται για τα μισά περιστατικά καρδιοπαθειών και εγκεφαλικώνH υπέρταση, παρότι είναι ο πιο καλά μελετημένος παράγοντας κινδύνου, ευθύνεται για τα μισά περιστατικά καρδιοπαθειών και εγκεφαλικών επεισοδίων.
Οι ειδικοί εξηγούν πως αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πολλοί ασθενείς παραμένουν αδιάγνωστοι και αρρύθμιστοι. Περίπου το 40% έχει υπέρταση και δεν το γνωρίζει.
«Οι περισσότεροι υπερτασικοί το βρίσκουν τυχαία σε κάποια εξέταση. Από την άλλη, άτομα, σε ποσοστό 25%, που έχουν διάγνωση παίρνουν αγωγή, αλλά δεν είναι καλά ρυθμισμένοι, καθώς αμελούν την επανεξέταση και τις τακτικές επισκέψεις στον γιατρό, με αποτέλεσμα να μην έχουν 100% προστασία από τα νοσήματα που σχετίζονται με την υψηλή αρτηριακή πίεση» εξηγεί ο Γεώργιος Στεργίου, αναπληρωτής καθηγητής Παθολογίας και Υπέρτασης.
Η αρτηριακή πίεση είναι η πίεση που ασκεί το αίμα στο εσωτερικό τοίχωμα των μεγάλων αρτηριών του σώματος, που μεταφέρουν το αίμα από την καρδιά σε όλα τα όργανα του σώματος. Υπέρταση σημαίνει ότι η αρτηριακή πίεση είναι σταθερά αυξημένη πάνω από τα φυσιολογικά όρια. Οι τιμές της καταγράφονται με δύο αριθμούς.
Συστολική και διαστολική
Ο μεγαλύτερος αριθμός είναι η συστολική πίεση, που είναι γνωστή ως μεγάλη πίεση, και ο μικρότερος, η διαστολική ή μικρή πίεση. Συστολική είναι η πίεση που ασκείται στις αρτηρίες όταν η καρδιά συσπάται για να προωθήσει το αίμα μέσω των αρτηριών προς τα όργανα του σώματος και διαστολική όταν η καρδιά χαλαρώνει για να δεχτεί νέο αίμα.
«Πρόσφατες αμερικανικές οδηγίες άλλαξαν τα πάντα γύρω από τον ορισμό της υπέρτασης. Εριξαν τις φυσιολογικές τιμές, χαρακτηρίζοντας πλέον υπερτασικούς όσους έχουν συστολική πίεση πάνω από 130 mmHg και διαστολική πάνω από 80 mmHg, κάτι που πριν από λίγο καιρό εμείς χαρακτηρίζαμε με τον όρο προϋπέρταση. Πρόκειται για ένα μέσο ευαισθητοποίησης απέναντι στην υπέρταση και συνήθως σε αυτές τις τιμές δεν χρειάζεται φαρμακευτική αγωγή, αλλά αλλαγές στον τρόπο ζωής» επισημαίνει ο κ. Στεργίου.
Η διάγνωση της υπέρτασης γίνεται με μετρήσεις στο ιατρείο, στο σπίτι και με χόλτερ 24ωρης καταγραφής. «Η διάγνωση βασίζεται σε μετρήσεις της πίεσης για τουλάχιστον δύο επισκέψεις σε γιατρό. Σε κάθε επίσκεψη γίνονται δύο μετρήσεις ύστερα από λίγα λεπτά ανάπαυσης σε καθιστή θέση. Ομως, και σε αυτή την περίπτωση ο γιατρός δεν μπορεί να είναι σίγουρος. Πρέπει να γίνουν μετρήσεις και στο σπίτι. Ζητάμε από το άτομο να μετρά την πίεση πρωί και απόγευμα και να βγάζει τον μέσο όρο των μετρήσεων, και αυτό να επαναληφθεί για επτά μέρες. Ωστόσο, το υπέρτατο εργαλείο είναι η 24ωρη καταγραφή, καθώς δίνει την πιο αξιόπιστη πληροφορία» εξηγεί ο κ. Στεργίου.