Το καμπανάκι του κινδύνου κρούει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και συνιστά η πρόσθετη ζάχαρη που καταναλώνουμε (πλην των φυσικών σακχάρων που περιέχουν οι τροφές) να μην υπερβαίνει το 10% των ημερήσιων θερμίδων. Αυτό σημαίνει, δηλαδή, 200 θερμίδες στο μέσο διαιτολόγιο των περίπου 2.000 θερμίδων.
Δεδομένου ότι ένα κουταλάκι του γλυκού ζάχαρη παρέχει περίπου 20 θερμίδες, η μετρημένη κατανάλωσή της, όπως, για παράδειγμα, ένα δυο καφέδες την ημέρα με ένα ή δύο κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη ή ένα δυο γλυκά την εβδομάδα, πάντα στο πλαίσιο ενός ισορροπημένου διαιτολογίου, δεν αποτελεί κίνδυνο για τα άτομα που δεν έχουν προβλήματα υγείας, εφόσον υπάρχει και κάποιας μορφής συστηματική φυσική δραστηριότητα.
Όπως εξηγούν οι επιστήμονες, η ζάχαρη αυξάνει τις θερμίδες που προσλαμβάνει κανείς και επομένως μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του βάρους και παχυσαρκία, την οποία όλο και περισσότερες έρευνες ενοχοποιούν για αύξηση της αρτηριακής πίεσης.
Φρουκτόζη
Επιπλέον, πλην της ζάχαρης όπως την ξέρουμε, προσοχή πρέπει να δείχνουμε και στην υπερκατανάλωση πρόσθετων σακχάρων (φρουκτόζη, μέλι κ.ά.), καθώς κι αυτά σχετίζονται με αύξηση των τριγλυκεριδίων, τα οποία επίσης επηρεάζουν την καρδιαγγειακή υγεία.
Επιστήμονες από τα Κέντρα Ελέγχου & Πρόληψης των Ασθενειών (CDC) των ΗΠΑ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όσο περισσότερη είναι η πρόσθετη ζάχαρη στην καθημερινή διατροφή τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος για την καρδιαγγειακή υγεία, θεωρώντας ως πιο επιζήμια την πρόσληψη άνω του 10% των ημερήσιων θερμίδων από πρόσθετη ζάχαρη.
Πέραν τούτου, οι γιατροί επισημαίνουν ότι η κατανάλωση περισσότερης ζάχαρης απ’ όση συνιστάται οδηγεί σε σειρά προβλημάτων, όπως αύξηση του σωματικού βάρους και των τριγλυκεριδίων στο αίμα, διαταραχή των επιπέδων γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 ή αυξημένο κίνδυνο να τον εκδηλώσουν, τερηδόνα, καθώς και έμμεση (λόγω παχυσαρκίας και αρνητικής επίδρασης στον γλυκαιμικό έλεγχο) αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου και άνοιας.