Δύο κορυφαίοι Έλληνες επιστήμονες με επιστολή τους στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Science» φέρνουν στο φως της δημοσιότητας το «σύνδρομο του απατεώνα», που μπορεί να υποσκάψει την ψυχική υγεία και την επαγγελματική σταδιοδρομία αρκετών ανθρώπων.
Ο διεθνώς αναγνωρισμένος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Χρούσος και ο δρ Αλέξιος-Φώτιος Μεντής των Εργαστηρίων Δημόσιας Υγείας του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ και του Εργαστηρίου Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας επισημαίνουν -μεταξύ άλλων- ότι το εν λόγω σύνδρομο πλήττει κυρίως άτομα με υψηλά επιτεύγματα, γυναίκες και ανθρώπους από μειονότητες (φυλετικές, εθνοτικές, θρησκευτικές), συχνά σαμποτάροντας την καριέρα τους.
Αδικαιολόγητος φόβος
Για τον λόγο αυτόν καλούν την επιστημονική και ακαδημαϊκή κοινότητα να δώσει περισσότερη προσοχή, λαμβάνοντας μέτρα που θα αναγνωρίζουν και θα καταπολεμούν το πρόβλημα του «συνδρόμου του απατεώνα».
Όσοι έχουν το εν λόγω σύνδρομο -γνωστό και ως «σύνδρομο της ψευδεπίγραφης επιτυχίας»- βασανίζονται από έναν ενδόμυχο αδικαιολόγητο φόβο ότι κάποια στιγμή θα θεωρηθούν απατεώνες και κατατρέχονται από σκέψεις αυτοαμφισβήτησης και αναξιότητας, παρά τα ταλέντα τους και τις ικανότητές τους.
Σύμφωνα με τους δύο επιστήμονες, σε ατομικό επίπεδο το σύνδρομο αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ψυχολογικό άγχος, συναισθηματικά προβλήματα και σοβαρές ψυχικές διαταραχές, όπως χρόνιο στρες με δυσφορία, αγχώδεις διαταραχές, κατάθλιψη και χρήση ναρκωτικών ουσιών. Σε αρκετές περιπτώσεις το σύνδρομο εκδηλώνεται ήδη από το γυμνάσιο ή το πανεπιστήμιο. Σε κοινωνικό επίπεδο, το σύνδρομο μπορεί να εξηγεί σε έναν βαθμό τα μεγαλύτερα ποσοστά γυναικών και μειονοτικών που εγκαταλείπουν πρόωρα τα πεδία της επιστήμης, της τεχνολογίας, της μηχανικής και των μαθηματικών (STEM), κάτι που έχει παρατηρηθεί διεθνώς.
Οι δύο κορυφαίοι Ελληνες επιστήμονες καλούν τα ανώτατα ιδρύματα και άλλους φορείς να αναδείξουν το πρόβλημα, να διασφαλίσουν την πρόσβαση των πασχόντων σε ψυχολογική υποστήριξη και να υλοποιήσουν άλλες υποστηρικτικές πολιτικές.
Ζητούν από τους καθηγητές, τους επικεφαλής ερευνητές και τους ομότιμους συναδέλφους να ενθαρρύνουν τους φοιτητές και τους συνεργάτες τους να εστιάσουν στα πραγματικά δεδομένα της επιστημονικής απόδοσής τους και να θέτουν ρεαλιστικές προσδοκίες.