Ομάδα ασθενών που ανήκαν στα πρώτα επιβεβαιωμένα κρούσματα στην Αυστραλία θεραπεύτηκαν με επιτυχία από τον νέο κορονοϊό με τη χορήγηση δύο αντιιικών φαρμάκων που υπάρχουν ήδη.
Συγκεκριμένα, πήραν το φάρμακο Kaletra κατά του HIV και την υδροχλωρίνη, που χορηγείται κατά της ελονοσίας. Το σχήμα αυτό ήταν τόσο επιτυχές, που ο ίδιος συνδυασμός θα χορηγείται τώρα σε όλους τους ασθενείς με COVID-19 σε 50 νοσοκομεία στην Αυστραλία. Σύμφωνα με το σχετικό ρεπορτάζ της «Daily Mail», οι ειδικοί χορήγησαν μυστικά στους ασθενείς αυτόν τον συνδυασμό, αφού τον είχαν δοκιμάσει προηγουμένως στον ιό μέσα σε ειδικούς σωλήνες.
«Αυτά τα φάρμακα έχουν τη δυνατότητα να αποτελέσουν μια πραγματική θεραπεία για όλους» σχολίασε ο καθηγητής David Paterson, διευθυντής του Κέντρου Κλινικών Ερευνών του Πανεπιστημίου του Queensland, που συμμετείχε στην ερευνητική ομάδα. Διευκρινίζει, δε, ότι με τη χορήγηση του σχήματος των αντιιικών στα 50 νοσοκομεία θα διερευνηθεί η βέλτιστη χορήγησή τους.
Εθελοντές
«Με ρεαλιστικούς όρους θα μπορέσουμε να φτιάξουμε τη λίστα με τους εθελοντές ασθενείς στο τέλος του μήνα. Αυτό θα μας δώσει τη δυνατότητα να εξετάσουμε το πρώτο κύμα των Αυστραλών ασθενών και να έχουμε καταγεγραμμένη εμπειρία» σημείωσε ο ειδικός.
Τα δύο φάρμακα μπορούν να χορηγηθούν από το στόμα και έχουν το επιπλέον θετικό ότι παράγονται ήδη. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Αυστραλίας έχει ήδη χορηγήσει κονδύλι ύψους 13.000.000 δολαρίων στους ερευνητές για να «τρέξουν» έρευνες σε πιθανές θεραπείες.
Την ίδια ώρα αισιόδοξος δηλώνει επικεφαλής γερμανικής εταιρίας βιοτεχνολογίας ότι δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι θα μπορούσαν να εμβολιαστούν κατά του κορονοϊού από το ερχόμενο φθινόπωρο.
Όπως τόνισε ο Φραντς Βέρνερ Χάας της CureVac, τα σχετικά δεδομένα θα είναι διαθέσιμα κατά το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. «Εάν τα δεδομένα είναι καλά και οι αρχές δώσουν την έγκρισή τους, μπορούμε να ξεκινήσουμε μια μεγαλύτερης έκτασης δοκιμή φέτος. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι θα μπορούσαν να λάβουν τότε το εμβόλιο. Το πότε το εμβόλιο θα είναι διαθέσιμο για το ευρύ κοινό, αν θα είναι δηλαδή φέτος ή στις αρχές του 2021, εξαρτάται από το αποτέλεσμα της κλινικής δοκιμής και την απόφαση των αρμοδίων αρχών».